ΜΠΛΟΚ

Ὁ Λαχειοπώλης τ’ Οὐρανοῦ

του Μάνου Χατζιδάκι

Σηκώθηκα απ’ το πιάνο και πλησιάζω τον καθρέφτη. Ήμουνα ξαναμμένος. Είδα το είδωλό μου να κρατά φτερά του παγονιού και δροσερούς καρπούς του Θέρους. Κι είπα από μέσα μου: Είμαι ο Λαχειοπώλης τ’ Ουρανού. Μοιράζω αριθμούς σε ξωτικά κι αγγέλους. Ο πρώτος αριθμός σημαίνει συνουσία. Βάση ρευστή για δημιουργία. Κι αποφασίζω ευθύς την πιο μεγάλη μου πράξη. Σκόρπισα τα λαχεία μου στους γαλαξίες και στο άπειρο. Έτσι δεν θα ‘ναι δυνατό κανείς να ξαναδημιουργήσει, να πράξει το καλό – που λεν – ή το κακό. Σπάταλη η απόφασή μου, μα ο κόσμος πάει για να χαθεί.

Το λέω για να το ακούσουν οι νέοι, και να σκορπίσουν τα λαχεία τους κι αυτοί, όπου μπορέσουν κι όπου βρουν. Να μην τ’ αφήσουν κέρδος στους πολλούς. Έτσι τουλάχιστον, θα κατακτήσουμε τη δυνατότητα να μας φοβούνται. Ποιους; Εμάς τους ποιητές. Μια και δεν είναι δυνατό να μας εντάξουν στα συρτάρια τους, σ’ ό,τι μπορούν να ελέγξουνε και να προβλέψουν οι ανερχόμενοι πολλοί.

Τους φοβερίζει η άρνησή μας να δεχτούμε φάκελο, κατάταξη, τάξη κι αριθμό. Τους φοβερίζει η άρνηση μας να ενταχθούμε στις ομάδες αυτών που όταν κοιμούνται, τα χέρια τους είναι από μέσα ή απ’ έξω από το πάπλωμα. Γιατί τα δικά μας χέρια την ώρα του ύπνου, ζωγραφίζουν ελεύθερα τους ανέμους, με χρώματα και σχηματισμούς πτηνών, και μας τοποθετούν παντοτινά μες στους αιώνες, με την αθάνατη κι ερωτική μορφή του Λαχειοπώλη τ’ Ουρανού.

 

Αν στον κόσμο τούτο λένε πως υπάρχει σιγουριά σε ένα σίδερο σκουριά κάτι τέτοιο δεν υπάρχει

 

σελιδοδεiκτες

η επικοινωνία

kollaros.nikos@gmail.com